Τα επίχειρα της “Αλλαγής”
Posted in Οικονομία, ΠολιτικήΙ. Ο πυρήνας της πολιτικής (ανέκαθεν και παντού) συγκεντρώνεται στο δίλημμα: i. πρόταξη του κράτους ως φορέα κοινωνικού συμφέροντος ή – αντιθέτως – ii. πρόταξη της ιδιωτικής δράσης ως πρόσφορης για την παραγωγή πλούτου.
Η απάντηση ποικίλλει κατά λόγο ορθολογισμού ή συναισθηματικής ευαισθησίας, ή (και) κατά συνδυασμό αμφοτέρων. Και πάντως, τελικά, ο καθ΄ένας κρατά την δική του “αλήθεια” που, άλλωστε, ως εκ των συνθηκών, μεταβάλλεται (και) διαρκώς. Στον αντίποδα των αξιολογήσεων, τα γεγονότα είναι αψευδείς μάρτυρες συνεπειών κακών επιλογών.
ΙΙ. Η μέχρι του 1980 υγιής οικονομία μας τελεί, εν τούτοις, υπό το σφυροκόπημα της “αλλαγής”. Η τελευταία επαγγέλλεται καθολική ανατροπή και μετασχηματισμό της χώρας σε βιβλική “γη επαγγελίας”. Από 18.10.1981 αρχίζουν εκπληρούμενες υποσχέσεις προς όλους για τα πάντα. Κοινός παρονομαστής: ο διαρκής ευδαιμονισμός χωρίς σκληρή εργασία, αλλά με δανεικά. Αρχίζει η διάλυση. Μοιράζεται δημόσιο χρήμα που δεν υπάρχει. Αποσαρθρώνεται η διοίκηση. Ορόσημο του φαινομένου η κατάργηση των γενικών διευθυντών. Έτσι ώστε να σπάσει η ιεραρχία και αμέσως να επιβληθεί ο κομματικός μηχανισμός των “πρασινοφρουρών”.
Αποτέλεσμα της αλόγιστης διαχείρισης είναι η απότομη αύξηση του κόστους παραγωγής. Συνεκδοχικά, κατά κύματα πτωχεύουν οι παραγωγικές μας μονάδες. Σ΄αντιστάθμισμα ιδρύεται ο Οργανισμός Ανασυγκρότησης Επιχειρήσεων (Ο.Α.Ε.). Χρηματοδοτείται μ΄εκατομμύρια. Και επιφέρει μηδενικό αποτέλεσμα. Ουδεμία επιχείρηση – ή σχεδόν – ανασυγκροτήθηκε. Παραγνωρίζεται δόγμα βασικό του Ελ. Βενιζέλου. Ότι δηλαδή ο αστικός εκσυγχρονισμός της χώρας επιδιώκεται, αποτελεσματικά, με την ανάπτυξη της μέσης τεχνικής παιδείας, όχι της ανώτατης. Αφρόνως, έτσι, ιδρύονται σωριδών άχρηστες πανεπιστημονικές σχολές, που παρέχουν χαμηλής ποιότητας διπλώματα σε ανεπάγγελτους πτυχιούχους. Αποτέλεσμα: Αδειάζει η ύπαιθρος από γεωργούς γεμίζουν τα Εξάρχεια από δυστυχείς πολίτες, εξαθλιωμένους, δηλαδή, αναρχικούς. Κατά προέκταση: Εισάγουμε λεμόνια από τη Ν. Αμερική διότι είναι – ονομαστικώς – φθηνότερα απ΄εκείνα τα οποία θα μπορούσε να προσφέρει η Αργολίδα. Όμως, εν τω μεταξύ, το ίδιο το κράτος, πλέον, πτωχεύει διότι – πράγματι – αδυνατεί να βρει “ευρώ” ώστε να πληρώσει τα λεμόνια που δεν παράγει (;).
ΙΙΙ. Ο πολιτικός εμπνευστής του ανορθολογισμού αυτού υπήρξε οικονομολόγος. Ήταν, βέβαια, ο Ανδρέας Παπανδρέου. Και υπό την επιστημονική του υπόσταση ορθώς ήδη από 12.10.85 αυτολεξεί επισήμαινε: …«… Δαπανάμε ως κοινωνία πιο πολύ απ΄όσο παράγουμε. Η κατάσταση αυτή μπορεί να συντηρηθεί μόνο με δανεισμό από εξωτερικό. Μακροχρόνια όμως το επίπεδο δανεισμού από το εξωτερικό δεν μπορεί να διατηρείται σε υψηλά επίπεδα χωρίς σοβαρή μείωση της πιστοληπτικής ικανότητας της χώρας και, τελικά, χωρίς την απώλεια της οικονομικής ανεξαρτησίας της …»… Τη δήλωση αυτή ευστόχως μας θύμισε προσφάτως ο Πάσχος Μανδραβέλης.
Στην μάχη προς την επιστήμη, ο λαϊκισμός νίκησε κατά κράτος υπό το εμβληματικό σύνθημα “Τσοβόλα δώστα όλα”.
IV. Ο λαϊκισμός δεν είναι μόνον διαλυτικός είναι και κολλητικός. Η “γρήγορη αρπαχτή” κατέστη γενικώς κοινωνική επιδίωξη. Δεν την απολάκτησε ούτε το άλλο κόμμα εξουσίας. Αρνήθηκε συνειδητά και καθ΄υποτροπή να εξορθολογίσει τον δημόσιο τομέα. Γενικώς το κράτος της 30ετίας υποβαθμίσθηκε – ανηθίκως – σε εργαλείο διαχείρισης πελατειακών σχέσεων και τακτοποίησης: κατά περίπτωση, Πρασίνων ή Γαλάζιων. Δίδει τον τόνο της κακοδιαχείρισης το γεγονός ότι μέχρι σήμερα από το πρόγραμμα α΄ “Μνημονίου” έχουμε εισπράξει το ιλιγγιώδες ποσό των € 98 δις. Όμως το παμφάγο κράτος κατέφαγε το σύνολο. Ουδείς αισθάνθηκε έστω και στοιχειώδη βελτίωση, από την βροχή αυτή των δισεκατομμυρίων (!).
V. Επιτακτικότερο παρά ποτέ είναι το αίτημα καθαίρεσης της νοοτροπίας που έφερε η “αλλαγή”. Αναζητείται, λοιπόν, ο ικανός και γενναίος ο οποίος θ΄αντιστρατευθεί το πρόσφατο ελεεινό φαγοπότι. Θα παραβλέψει οιοδήποτε πολιτικό κόστος, όπως και προσδοκία πολιτικής, επέκεινα, σταδιοδρομίας. Ετσι δε και μόνο με γνώμονα το διαχρονικό συμφέρον του κράτους, θα σβήσει πληθώρα αναποτελεσματικών δαπανών, θέτοντας βάσεις νέας περιόδου λαμπρής ακμής του Ελληνισμού, αντάξιας εκείνης του ιστορικού παρελθόντος του.