Μέλος Δ.Σ. ΔΣΑ 1984 και 1990.Τον Φεβρουάριο του 1984 κατέβηκε στις εκλογές υπό την σημαία του “Δικηγορικού Συναγερμού” και εξελέγη θριαμβευτικά. Στις αρχαιρεσίες του 1987 είχε ιδρύσει την “Ανεξάρτητη Δικηγορική Παράταξη” η οποία και εκπροσωπήθηκε στο Διοικητικό Συμβούλιο του ΔΣΑ από τον κ. Γιάννη Βαχαβιόλο. Τον Φεβρουάριο του 1990 επανήλθε στο Διοικητικό Συμβούλιοτου ΔΣΑ ο ίδιος ως επί κεφαλής της “Ανεξάρτητης Δικηγορικής Παράταξης”.
Ανέκαθεν επικέντρωσε την προσοχή του στην ανάγκη αποφυγής δημιουργίας επιστημονικού προλεταριάτου, ήδη τότε υπό διαμόρφωση. Εξ υπαρχής είχε επισημάνει ότι η διαρκής ίδρυση Ανωτάτων Σχολών ήτο δυνατόν να έχει μόνον ολέθρια αποτελέσματα. Μάλιστα και υπό το δεδομένο ότι αυτή η υπερβολική “ανωτατοποίηση” είχε ελατήρια ευτελή και μικροπολιτικά. Αλλως αποτελούσε εκδήλωση κραυγαλέας επιπολαιότητας. Ειδικώτερα καταλόγιζε την επικαλούμενη βλάβη: α) Στην στάθμη των σπουδών. Πολλοί – και ξαφνικοί – καθηγητές ανωτάτων σχολών σημαίνει, κατ’ ανάγκη, κακοί καθηγητές. Άρα και πτώση της στάθμης της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης του τόπου. β) Αλλά κακοί καθηγητές σημαίνει – εξ ορισμού – και περισσότεροι κακοί φοιτητές. Εν δυνάμει και κακοί επιστήμονες. ββ) Σημαίνει ακόμη χαλάρωση του ρυθμού σπουδών. Δηλαδή, ό,τι συμβαίνει ήδη κατά κανόνα. ΄Ητοι: Αλλεπάλληλες εξεταστικές περίοδοι, αιώνιοι φοιτητές, πτυχία χωρίς αντίκρισμα γνώσεων. Κατά τελική, όμως, εκτίμηση σημαίνει πληθωρισμό πτυχιούχων. Αντιστοίχως και επίταση προσφοράς εργασίας στον τριτογενή τομέα της οικονομίας. Αλλ΄ο τομέας είναι κορεσμένος, οι πτυχιούχοι δεν απορροφώνται. Απωθούμενοι, άρα, στο περιθώριο της κοινωνικης ζωής γίνονται, ως επί τω πολύ, μηδενιστές και αναρχικοί.
Εν όψει των άνω γενικών επισημάνσεων ανέκαθεν τόνισε, ειδικώτερα, για την δικηγορία, ότι το μέγα δεινό του κλάδου είναι ο υπερπληθωρισμός των δικηγόρων. Ότι εντεύθεν απορρέει η κακοδαιμονία που – πλέον – ταλανίζει την όλη λειτουργία της Δικαιοσύνης με αυταπόδεικτες τις παρενέργειες και στο κοινωνικό γίγνεσθαι. Πρότεινε – προς αντιμετώπιση του προβλήματος – σύστημα διορισμού δικηγόρων προς πλήρωση θέσεωνπροκαθοριζομένων. Επισήμανε ότι επί τέλους, οι δικηγόροι είναι κατά νόμο άμισθοι δημόσιοι λειτουργοί και ότι – βεβαίως – δεν νοείται διορισμός λειτουργού σε μη προϋφιστάμενη θέση. Ότι, πάντως, η ελληνική αγορά δεν διαθέτει αντικείμενο (παραγωγικής και ορθολογισμένης) απασχόλησης των όσων νομικών παράγουν οι αντίστοιχες πανεπιστημιακές σχολές. Τέλος και ότι ο προκαθορισμός των θέσεων πρέπει να γίνεται βάσει τεχνικοοικονομικών κριτηρίων εν όψει των οικονομικών και κοινωνικών αναγκών του τόπου.
Κομματικές πιέσεις και μικροκομματικές σκοπιμότητες εμπόδισαν την αποδοχή των μέτρων από τον Δ.Σ.Α. Η άρνηση αυτή κατέστησε περιττή την θητεία του στο Δ.Σ. του Δ.Σ.Α. Ετσι, υπέβαλε την εκείθεν παραίτησή του το 1992.